Ως ψυχοθεραπευτής αλλά και ως ενεργό μέλος της κοινωνίας έχω παρατηρήσει ότι αρκετοί είναι εκείνοι που πιστεύουν ότι η χρήση ψυχιατρικών φαρμάκων, συνταγογραφούμενων ή μη, θα τους βοηθήσει να επιλύσουν τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν στη ζωή τους. Αρκετά συχνά παρατηρώ διαφημίσεις προϊόντων τα οποία υπόσχονται να βοηθήσουν στον ύπνο, στο να παραμείνεις ξύπνιος και γεμάτος ενέργεια, στη καταπολέμηση του άγχους και της κατάθλιψης, ακόμα και στη βελτίωση της σεξουαλικής δραστηριότητας. Επιπροσθέτως, αμέτρητες είναι οι φορές που έχω ακούσει νέους ανθρώπους να αστειεύονται λέγοντας “έλα μωρέ εντάξει, το πολύ πολύ άμα αποτρελαθούμε θα πάρω κανένα χαπάκι και θα είμαστε μια χαρά” ή “…ε σιγά τώρα, αντικαταθλιπτικά παίρνει όλος ο πλανήτης και τι έγινε, θα είμαστε πιο χαρούμενοι στη τελική”. Σαν αποτέλεσμα, η αντίληψη αυτή μας φέρνει αντιμέτωπους με μία νέα πραγματικότητα στην οποία οτιδήποτε βιώνει ένας άνθρωπος ψυχικά ως αποτέλεσμα των πραγμάτων που υπάρχουν στη ζωή του, αντιμετωπίζεται ως παθολογία και κατ’επέκταση εντάσσεται στο κομμάτι της ψυχοπαθολογίας. Δεν αποτελούν όλες οι ψυχικές καταστάσεις παθήσεις. Οι περισσότερες από αυτές μπορεί κατά κύριο λόγο να οφείλονται σε εξωγενείς παράγοντες που έχουν ώς αποτέλεσμα να βρίσκεται το άτομο σε μία Χ κατάσταση.
Είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι η ανεξέλεγκτη χρήση τέτοιων φαρμάκων μπορεί να επιφέρει το άτομο να αισθανθεί κάποια στιγμή όχι μόνο μεγαλύτερη σύγχυση αλλά και κάποιου είδους εξάρτηση. Και αυτό γιατί αφενός το ζήτημα που τον απασχολεί μένει άλυτο στο πυρήνα του αλλά αφετέρου μόνο η λήψη φαρμάκων προσφέρει προσωρινή “χαλάρωση”. Και εκεί έρχεται ο ρόλος του ψυχοθεραπευτή/ψυχολόγου. Η ψυχοθεραπεία θα ήταν καλό να αποτελεί ένα βασικό στάδιο στη ζωή του ανθρώπου, ειδικά τώρα που ο σύγχρονος ρυθμός ζωής, οι απαιτήσεις αλλά και οι υποχρεώσεις έχουν ως αποτέλεσμα τη διαρκή ψυχολογική και σωματική φόρτιση του ατόμου. Μέσω της θεραπευτικής σχέσης και τη διαδικασία αυτή ο άνθρωπος έχει την ευκαιρία να μοιραστεί, να ακούσει, να καταλάβει τον εαυτό του και να συνειδητοποιήσει σε βάθος τι είναι αυτό που τον προβληματίζει, του προκαλεί άγχος, stress, μελαγχολία κλπ. Έτσι μπορεί να προσπαθήσει να το αλλάξει ή να μάθει να ζει με αυτό χωρίς να δυσκολεύεται στην καθημερινότητά του σε τέτοιο βαθμό ώστε να χρειάζεται απαραιτήτως φαρμακευτική αγωγή. Σε αυτό το σημείο είναι σημαντικό να αναφέρω ότι η υπεύθυνη χρήση ψυχιατρικών φαρμάκων μόνο όταν είναι απολύτως αναγκαία, συνταγογραφούμενη και κατόπιν ραντεβού με ψυχίατρο με βρίσκει σύμφωνο. Ωστόσο, διαφωνώ με την κοινή αντίληψη ότι η κατανάλωση τέτοιων φαρμάκων αποτελεί την λύση ή έστω ένα βραχύβιο παυσίπονο το οποίο είναι συμβατό με το οτιδήποτε.
Είναι πολύ σημαντικό να καταλάβουμε ότι το να ζητάμε βοήθεια ή το να πηγαίνουμε για ψυχοθεραπεία, στον ψυχολόγο ή στον ψυχίατρο δεν είναι και δεν θα πρέπει να αποτελεί taboo. Βασικός στόχος, να είμαστε και να αισθανόμαστε καλά ψυχικά και να μπορούμε να απολαμβάνουμε τη ζωή μας, με όποιες δυσκολίες. Τέλος συνιστάται η χρήση ψυχιατρικών φαρμάκων να συνδυάζεται με ψυχοθεραπεία έτσι ώστε η πρόοδος να είναι ακόμα πιο γρήγορη αλλά και τα οφέλη της πιο μακροπρόθεσμα.
Γιατί λοιπόν να θεωρείται πιο αποτελεσματική, εύκολη ή ακόμα και η μόνη επιλογή η χρήσης δηλαδή τέτοιων φαρμάκων; Είναι πραγματικά αυτό που έχει ένας άνθρωπος ανάγκη σε πρώτη φάση; ή μήπως θα ήταν καλό να αναγνωριστεί από τον ίδιο η ανάγκη του να μιλήσει για αυτά που τον απασχολούν και τον δυσκολεύουν στην καθημερινότητά του; Οι απαντήσεις είναι αμέτρητες και πρωταρχικό σκοπό του άρθρου αποτελεί ο προβληματισμός του ατόμου σε βάθος και όχι η καταπάτηση της ελεύθερης βούλησης, των απόψεων και των αναγκών του.